Η ύπνωση είναι μια ειδική κατάσταση μεταβλημένης συνειδητότητας. Προκαλείται τεχνητά από κάποιο άλλο άτομο ή από τον ίδιο τον υπνωτιζόμενο, μέσω της έντονης εστίασης της προσοχής και της αντίληψης σε κάποιο συγκεκριμένο εξωτερικό ή εσωτερικό σημείο (ή σε μία σκέψη, ιδέα, μνήμη, εικόνα, φανταστική δραστηριότητα, λέξη, φράση ή σωματική αίσθηση). Η χαλάρωση δεν αποτελεί απαραίτητο συστατικό για την κατάσταση της ύπνωσης. Η ύπνωση από μόνη της δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως θεραπεία αφού συνήθως δεν έχει μόνιμα αποτελέσματα. Μετατρέπεται όμως σ’ ένα πολύ δυνατό εργαλείο, όταν μιλάμε για υπνοθεραπεία και όταν συνδυαστεί με άλλες ψυχοθεραπευτικές μεθόδους (Hartman, 2014).
Το άτομο παρουσιάζει παρόμοια εγκεφαλική δραστηριότητα σε σχέση με τον ύπνο αλλά βρίσκεται σε μια πιο χαλαρή κατάσταση με αυξημένα τα επίπεδα κυμάτων άλφα του εγκεφάλου. Σε σχέση με τον διαλογισμό επίσης εμφανίζει παρόμοια εγκεφαλική δραστηριότητα αλλά διαφορετική δραστηριότητα των εγκεφαλικών κυμάτων όσο και των περιοχών του εγκεφάλου που εμπλέκονται στη διαδικασία (Wiebe, & McCallum, 1986˙ Lynn, & Green, 1995˙ Irons, & Schneider, 1997˙ Rainville, Duncan, Price, Carrier, & Bushnell, 1997˙ Faymonville. et al., 2003˙ Egner, Jamieson, & Gruzelier, 2005˙ Nash, & Benham, 2005˙ Winerman, 2006˙ Hawkins, 2009˙ Green, 2011˙ Hely, Jamesieson, & Dunstan, 2011˙ Green, 2011).
Η υπνοθεραπεία είναι μια συνθετική και βραχεία στρατηγική θεραπεία. Στόχος της είναι η εύρεση λύσεων σ’ ένα ζήτημα γρήγορα, με ασφάλεια και όσο πιο αποτελεσματικά γίνεται. Στηρίζεται πλέον στη ψυχοφυσιολογία και στις σύγχρονες έρευνες των νευροεπιστημών. Λειτουργεί σε ένα βαθύτερο επίπεδο επιλύσης με ευκολία πρόσβασης στο ασυνείδητο, κάνοντας χρήση των ανεκμετάλλευτων δυνατοτήτων του ατόμου επιφέροντας τη θεραπευτική αλλαγή. Επιτρέπει την πρόσβαση σ’ ένα άλλο επίπεδο σκέψης ή συνείδησης όπου μπορούμε να βρούμε τη λύση του ζητήματος. Ο ευρύτερος θεραπευτικός στόχος της είναι το άτομο να μάθει να εμπιστεύεται και να χρησιμοποιεί λειτουργικά τις δυνατότητες του εσωτερικού του εαυτού.
Όπως πολύ όμορφα συνοψίζει ο Hawkins (2000. σ.4)
Η ύπνωση είναι μια ψυχολογική κατάσταση κατά την οποία η κριτική ικανότητα – ή η λογική – του ατόμου αναστέλλεται ή ελαττώνεται, οδηγώντας σε μια αύξηση της πιθανότητας αποδοχής της θεραπευτικής παρέμβασης. Σε αυτή την κατάσταση όλα τα αποκαλούμενα «υπνωτικά» φαινόμενα μπορούν να προταθούν από τον θεραπευτή και στη συνέχεια να παραχθούν από τον ασθενή (π.χ. αναλγησία, αμνησία, μετά-υπνωτική συμπεριφορά, ιδεοδυναμική συμπεριφορά, αποσύνδεση). Αυτή η κατάσταση μπορεί να προκύψει φυσιολογικά ή να προκληθεί από το θεραπευτή σε συνεργασία με τον ασθενή, ή να προκύψει από τον ίδιο τον ασθενή (αυτοΰπνωση).
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο της ύπνωσης ασκείται η συμβουλευτική και η ψυχοθεραπεία. Η συμβουλευτική παρέμβαση είναι η πρωτεύουσα στρατηγική και η ύπνωση είναι η δευτερεύουσα ή διευκολυντική στρατηγική. Η πρωτεύουσα στρατηγική είναι η εφαρμογή των επαγγελματικών δεξιοτήτων θεραπευτικής παρέμβασης (π.χ. χειρουργική, οδοντιατρική, συμβουλευτική ψυχολογία). Η ικανότητα διευκόλυνσης ή υποκίνησης υπνωτικών διεργασιών δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι υπάρχει και η επαγγελματική ικανότητα χρησιμοποίησης των πρωταρχικών στρατηγικών.
Συγγραφή: Εγγεγραμμένος Συμβουλευτικός Ψυχολόγος (MSc) - Europsy, Ψυχοθεραπευτής (CBT, ACT, CFT, EMDR & ADH) - EABCT & Διερμηνέας Κυπριακής Νοηματικής Γλώσσας
Comments