Όταν σου ζητώ να μ’ ακούσεις
κι εσύ αρχίζεις να μου δίνεις συμβουλές,
δεν έχεις κάνει αυτό που σου ζήτησα.
Όταν σου ζητώ να μ’ ακούσεις
κι εσύ αρχίζεις να μου λες γιατί δεν θα ΄πρεπε να νιώθω έτσι,
ποδοπατάς τα συναισθήματα μου.
Όταν σου ζητώ να μ’ ακούσεις
κι εσύ νιώθεις ότι πρέπει να κάνεις κάτι, για να λύσεις το πρόβλημα μου,
μ’ έχεις απογοητεύσει, όσο περίεργο κι αν φαίνεται αυτό.
Άκου! Μόνο αυτό ζήτησα, να μ’ ακούσεις,
όχι να πεις ή να κάνεις – μόνο άκουσέ με.
Οι συμβουλές είναι φτηνές. Ένα ευρώ και αγοράζεις και την «Αγαπητή Άμπυ»
και τον Μπίλυ Γκράχαμ στην ίδια εφημερίδα.
Μπορώ να κάνω και μόνος μου. δεν είμαι αβοήθητος.
Όταν κάνεις κάτι για μένα που μπορώ και χρειάζομαι να το κάνω
εγώ για τον εαυτό μου, συνεισφέρεις στο φόβο και την αδυναμία μου.
Αλλά, όταν αποδέχεσαι απλά οτιδήποτε νιώθω, όπως το νιώθω,
άσχετα με το πόσο παράλογο είναι, τότε μπορώ να σταματήσω
να προσπαθώ να σε πείσω
και να καταλάβω τι είναι
πίσω απ’ αυτό το παράλογο συναίσθημα.
Κι όταν αυτό είναι ξεκάθαρο, οι απαντήσεις είναι προφανείς και
εγώ
δεν χρειάζομαι συμβουλές.
Τα παράλογα συναισθήματα έχουν νόημα, όταν καταλάβουμε
τι είναι πίσω απ’ αυτά.
Ίσως γι’ αυτό η προσευχή έχει αποτέλεσμα, κάποιες φορές,
για κάποιους ανθρώπους,
επειδή ο θεός είναι μουγκός και δεν δίνει συμβουλές,
δεν προσπαθεί να φτιάξει τα πράγματα. Αυτός «απλώς ακούει
και αφήνει να το ξεδιαλύνεις μόνος σου»
Cietema Noor, Social Work With Groups Newsletter (June, 1994)
Kommentare